Ο συγγραφέας του βιβλίου «γονείς. Απλά!», Kim John Payne, μάς αποκαλύπτει τα μυστικά για να μάθουμε να ζούμε με λιγότερο άγχος, να δίνουμε αξία στην καθημερινότητα, να προσφέρουμε χαρά, ηρεμία και ασφάλεια στα παιδιά μας.
Τα παιδιά μας μεγαλώνουν σήμερα με πάρα πολλά αντικείμενα, υπερβολικά πολλές επιλογές, πλήθος πληροφοριών και όλα αυτά σε εξαιρετικά γρήγορους ρυθμούς. Ο ψυχολόγος, σύμβουλος οικογένειας και συγγραφέας του βιβλίου «γονείς. Απλά!», Kim John Payne, τονίζει ότι –σε αντίθεση με όσα λένε οι διαφημίσεις- οι πολλές επιλογές είναι τυραννία, μια άλλη μορφή άγχους.
«Πάρα πολλά παιχνίδια, πάρα πολλές επιλογές, πάρα πολλές πληροφορίες, από πολύ νωρίς», γράφετε στο βιβλίο σας αναφερόμενος στη σύγχρονη παιδική ηλικία. Τι συμβαίνει στα παιδιά σήμερα;
Μοιάζει να προσπαθούμε να συμπιέσουμε 21 χρόνια εξέλιξης μέσα στα πρώτα εννέα χρόνια του παιδιού μας. Ο εγκέφαλος του παιδιού, όμως, δεν μπορεί να ανταποκριθεί, γιατί απλούστατα δεν έχει τις απαραίτητες ικανότητες. Έτσι, μεγαλώνουμε νευρικά παιδιά, γεμάτα άγχος, των οποίων οι αξιαγάπητες ιδιαιτερότητες και ο χαρακτήρας τους καταπιέζονται, με αποτέλεσμα να παρουσιάζονται μελλοντικά προβλήματα συμπεριφοράς ή ακόμα και διαταραχές.
Προτείνετε στους γονείς ένα πρόγραμμα «απλοποίησης». Τι θα κερδίσουν από αυτό τόσο οι γονείς, όσο και τα παιδιά;
Το όφελος είναι μια πολύ βαθύτερη σύνδεση μεταξύ παιδιών και γονιών. Τα παιδιά βλέπουν τους γονείς τους ως προστάτες και όχι ως εχθρούς και την οικογενειακή ζωή σαν έναν ασφαλή παράδεισο και όχι σαν μια πυρετώδη και ανασφαλή καθημερινότητα. Τα ζητήματα πειθαρχίας και καθοδήγησης γίνονται ευκολότερα, καθώς τα παιδιά δεν αισθάνονται ότι πρέπει να προστατεύσουν τον εαυτό τους απέναντι στην αφόρητη πίεση των γονιών.
Χωρίζετε το πρόγραμμα αυτό σε 4 επίπεδα απλοποίησης. Ξεκινάμε από το παιδικό δωμάτιο περιορίζοντας δραστικά τα παιχνίδια. Πόσα παιχνίδια πρέπει να έχει ένα παιδί και τι είδους;
Γύρω στα 30. Περίπου 20 πρέπει να τοποθετηθούν σε μια «δανειστική βιβλιοθήκη», από την οποία το παιδί θα μπορεί να παίρνει ένα παιχνίδι, τοποθετώντας στη θέση του ένα άλλο. Το ίδιο ισχύει για τα βιβλία και τα ρούχα. Ό, τι είναι σπάνιο, είναι και πολύτιμο.
Επόμενο βήμα: Η απλοποίηση του ρυθμού της καθημερινότητας. Πώς μπορούμε να το επιτύχουμε αυτό, κυρίως στις φάσεις του φαγητού και του ύπνου που προκαλούν και τις περισσότερες αντιδράσεις των παιδιών;
Με το να κάνουμε αυτές τις στιγμές προβλέψιμες. Σπάστε τις στιγμές σε επιμέρους λεπτομέρειες και προσπαθήστε να τις επαναλαμβάνετε κάθε μέρα την ίδια ώρα. Για παράδειγμα, τοποθετήστε την οδοντόβουρτσα στο ίδιο σημείο, κρεμάστε την πετσέτα προσώπου στην ίδια κρεμάστρα, τοποθετήστε τα παπούτσια σε συγκεκριμένο μέρος. Καθιστώντας κάτι οικείο, το κάνουμε και ασφαλές. Κάνοντάς το ασφαλές, το κάνουμε να κυλά ομαλά.
Το τρίτο στάδιο της απλοποίησης έχει να κάνει με την αλλαγή στο καθημερινό πρόγραμμα των παιδιών (αθλητικές δραστηριότητες, κλπ.). Μάλιστα, μιλάτε για το «δώρο» της βαρεμάρας. Τι σημαίνει αυτό για έναν γονιό που μεταφέρει το παιδί του από τη μια δραστηριότητα στην άλλη (σημ.: οι Έλληνες γονείς πρωτοστατούν σε αυτό!);
Η υπερφόρτωση των παιδιών οδηγεί σε προβλήματα πειθαρχίας και συμπεριφοράς τόσο στο σπίτι, όσο και στο σχολείο. Τα παιδιά πλημμυρίζουν από δραστηριότητες, με αποτέλεσμα να «χτίζουν τοίχους» απέναντι στους δασκάλους και κυρίως στους γονείς τους. Όλη αυτή η παραγεμισμένη καθημερινότητα κάνει τα παιδιά να βασίζονται σε ειδικά διαμορφωμένα γι’ αυτά εξωσχολικά προγράμματα και δομές. Αυτά, όμως, τα τόσο κατασκευασμένα περιβάλλοντα δεν προσομοιάζουν στο είδος του κόσμου που θα κληθεί το παιδί να ζήσει αργότερα. Τα παιδιά χρειάζονται χρόνο να παίξουν, διαμορφώνοντας μόνα τους το πλαίσιο, το χρόνο, τους κανόνες του παιχνιδιού ή συναποφασίζοντας με τους φίλους τους. Το παιχνίδι είναι αυτό που αναπτύσσει ικανότητες, όπως η δημιουργικότητα, η καινοτομία και η προσαρμοστικότητα. Αυτές τις δεξιότητες χρειάζονται τα παιδιά για να πετύχουν στο μέλλον.
Τέλος, προτείνετε κάτι μάλλον αιρετικό: Να βγάλουμε την τηλεόραση από το σπίτι μας…
Η τηλεόραση και ο υπολογιστής μεταφέρουν τη δημιουργικότητα κάποιων άλλων και όχι αυτήν του παιδιού σας. Αυτό που πετυχαίνουν είναι να κάνουν τα παιδιά παθητικούς καταναλωτές και όχι πρωτοπόρους. Αν θέλουν να τα βγάλουν πέρα σε μια οικονομία που συνεχώς αλλάζει, θα πρέπει να είναι σε θέση να δημιουργήσουν τα δικά τους μονοπάτια και να είναι δραστήρια. Οι οθόνες στερούν από τα παιδιά τη δημιουργικότητα και τα κάνουν «οπαδούς» και όχι «ηγέτες».
Μια τελευταία ερώτηση. Από το βιβλίο σας απορρέει η αίσθηση ότι «προσφέρουμε στα παιδιά μας περισσότερες επιλογές από όσες χρειάζονται ή επιθυμούν». Τι σημαίνει αυτό;
Μέχρι την ηλικία των 9 ετών, ένα παιδί δεν είναι σε θέση να κατανοήσει την αιτία και το αποτέλεσμα. Δίνοντάς του, λοιπόν, πολλές επιλογές –τις οποίες δεν είναι ακόμα σε θέση να επεξεργαστεί ικανοποιητικά-, το κάνουμε να αισθάνεται ανασφαλές και αποτυχημένο. Επιπλέον, προκαλείται σύγχυση σχετικά με το ποιος είναι υπεύθυνος, ποιός έχει τον έλεγχο. Έτσι, δημιουργείται κενό εξουσίας και το παιδί πατάει πάνω σε αυτό, γιατί νιώθει φόβο να μην υπάρχει κάποιος υπεύθυνος. Αποτέλεσμα είναι το παιδί να μπαίνει σε μια μάχη για το ποιος έχει τον έλεγχο.
Το βιβλίο «γονείς. Απλά!» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καλειδοσκόπιο.
Next Story