Γιατί όχι Μετάφραση;
Ποιός θυμάται πώς έμαθε τις πρώτες του λέξεις; Όλοι οι άνθρωποι μπορούν να επικοινωνήσουν επιτυχώς σε μια γλώσσα: τη Μητρική τους. Πώς την έμαθαν; Μέσα από επικοινωνία. Μέσα από αυτά που βίωναν. Κανένας άνθρωπος δεν έμαθε τη Μητρική του γλώσσα γιατί του τη μετέφραζαν σε μία άλλη. Ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι δομημένος έτσι ώστε να μπορεί να μάθει οποιαδήποτε γλώσσα μιλούν στο περιβάλλον του, μέσα από επικοινωνία. Καμιά γλώσσα δεν μπορεί να εγκατασταθεί δομικά στον εγκέφαλο και να χρησιμοποιηθεί άνετα και φυσικά αν την έχει διδαχθεί κάποιος με μετάφραση. Αν δείξω για παράδειγμα σε ένα παιδί την εικόνα ενός τραπεζιού, το μόνο που χρειάζεται να του πω είναι την αντίστοιχη Αγγλική λέξη: table. Αν μπω στη διαδικασία να το μεταφράσω στην Ελληνική, σημαίνει ότι επιβαρρύνω τον εγκέφαλο με μια περιττή λειτουργία, η οποία μπλοκάρει την άμεση και αυθόρμητη εγκατάσταση. Αυτό θα έχει ως συνέπεια στην πραγματική ζωή, να υπάρχει μια άσκοπη καθυστέρηση κάθε φορά που θα θέλει το παιδί να επικοινωνήσει κάτι, αφού θα έχει μάθει να μεταφράζει και μετά να επικοινωνεί.
Σε μια τάξη επικοινωνιακού χαρακτήρα, ο καθηγητής μιλάει στην Ξένη Γλώσσα και απευθύνεται στα παιδιά στη μητρική τους γλώσσα, μόνο όταν είναι απαραίτητο για να λύσει συγκεκριμένα προβλήματα. Διδάσκει το νέο λεξιλόγιο και τις δομές της γλώσσας, μέσα από τη χρήση οπτικοακουστικών μέσων, εικόνων, αντικειμένων, παντομίμας, ή συνώνυμων λέξεων. Όπως συνέβη και με τη Μητρική τους, τα παιδιά ακούν την Ξένη Γλώσσα, επαναλαμβάνουν και μαθαίνουν να μιλούν. Στη συνέχεια μαθαίνουν να γράφουν όσα έχουν εξασκήσει στον προφορικό λόγο.
Ο στόχος μας είναι το παιδί να μάθει να σκέφτεται κατευθείαν στην Ξένη Γλώσσα, όπως κάνει όταν μιλάει τη Μητρική του.